1940 : Οι λογοτέχνες που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του πολέμου

Στις 30 Οκτωβρίου του 1940 το κεντρικό άρθρο της εφημερίδας “Ελληνικό Μέλλον” φέρει ως τίτλο ένα μεγάλο ΟΧΙ. Στις 28 Οκτωβρίου, ο Ιωάννης Μεταξάς αρνείται την υποδούλωση της χώρας στον Ιταλικό κλοιό, απαντώντας “Αυτό σημαίνει πόλεμος”. Στην προσπάθεια του Ιταλού διπλωμάτη Εμμανουέλε Γκράτσι να τον πείσει, ο πρώτος απαντά με το διάσημο “ΟΧΙ”, που γίνεται το σημείο αφετηρίας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. 

Το έπος του ’40, ο αγώνας δηλαδή των Ελλήνων ενάντια στις Ιταλικές δυνάμεις του Μουσσολίνι αποτελεί μια από τις κορυφαίες στιγμές της ελληνικής ιστορίας. Οι διηγήσεις που έχουμε μέσα από τη λογοτεχνία και την ποίηση για αυτήν την περίοδο είναι πάρα πολλές και αυτό οφείλεται στη συμμετοχή των ίδιων των καλλιτεχνών και των λογοτεχνών στον αγώνα.

Χαρακτηριστική παραμένει η περίπτωση του Οδυσσέα Ελύτη. Η συμμετοχή του στην πρώτη γραμμή του πολέμου υπήρξε σίγουρα καθοριστική για το έργο του. Στα 29 του χρόνια, ο Οδυσσέας Αλεπουδέλης (πραγματικό όνομα του ποιητή) κατατάσσεται ως έφεδρος ανθυπολοχαγός στη Διοίκηση του Α΄ Σώματος Στρατού, αλλά το Φεβρουάριο του 1941 μεταφέρεται στο νοσοκομείο Ιωαννίνων βαριά άρρωστος με κοιλιακό τύφο. Με κάποιο θαύμα, όπως ο ίδιος αναφέρει, κατάφερε να αναρρώσει και μεταφέρεται στην Αθήνα. Η ποιητική του πορεία καθορίζεται και διαμορφώνεται από τον πόλεμο. Το 1941 γράφει το “Άσμα ηρωικό και πένθιμο για το χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας”, κατα πάσα πιθανότητα στη διάρκεια της παραμονής του στο νοσοκομείο Ιωαννίνων. 

… Ήταν γενναίο παιδί.

Με τα θαμπόχρυσα κουμπιά και το πιστόλι του

Με τον αέρα του άντρα στην περπατηξιά

Και με το κράνος του, γυαλιστερό σημάδι

(Φτάσανε τόσο εύκολα μες στο μυαλό

Που δεν εγνώρισε κακό ποτέ του)

Με τους στρατιώτες του ζερβά δεξιά

Και την εκδίκηση της αδικίας μπροστά του

-Φωτιά στην άνομη φωτιά!-

Με το αίμα πάνω από τα φρύδια

Τα βουνά της Αλβανίας βροντήξανε

Ύστερα λιώσαν χιόνι να ξεπλύνουν

Το κορμί του, σιωπηλό ναυάγιο της αυγής

Και το στόμα του, μικρό πουλί ακελάηδιστο

Και τα χέρια του, ανοιχτές πλατείες της ερημίας

Βρόντηξαν τα βουνά της Αλβανίας

Δεν έκλαψαν

Γιατί να κλάψουν

Ήταν γενναίο παιδί!

Λίγες μόνο μέρες μετά την 28η Οκτωβρίου, ο Γιάννης Ρίτσος γράφει το ιστορικό του ποίημα “Οκτώβρη 1940”, μέσα στο οποίο αναδεικνύει το αίσθημα της εποχής, την ατμόσφαιρα που επικράτησε με την ανακοίνωση του πολέμου. Παρουσιάζει μια μέρα σχεδόν γιορτινή, με τον κόσμο να βγαίνει στο δρόμο και με το αίσθημα του πατριωτισμού να δίνει κουράγιο. Το ποίημα αναγγέλλει τον πόλεμο, μιλώντας για την ειρήνη και για την ελευθερία. 

ΟΚΤΩΒΡΗΣ 1940

(…) Γέμισαν οι πόλεις με τύμπανα και σημαίες.

Ορθή η αυγή σημαιοστολίζει τα όνειρα μας.

Κι η Ελλάδα λάμπει μεσ’ στα φώτα των ονείρων μας.

(… )Αποχαιρετιούνται στις πόρτες και γελάνε

κι ύστερα ακούγονται τ’ άρβυλα στην άσφαλτο

το μεγάλο τραγούδι των αντρίκειων βημάτων(…)

Διαβάζουμε τα τελευταία παραρτήματα:

Νικούμε. Νικούμε.

Πάντα νικάει το δίκιο.

Μια μέρα θα νικήσει ο άνθρωπος.

Μια μέρα η λευτεριά θα νικήσει τον πόλεμο.

Αδέρφια μου. Αδέρφια μου,

μια μέρα θα νικήσουμε για πάντα.

Ο Άγγελος Τερζάκης πολεμά στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο και καταγράφει τις εμπειρίες του στα διηγήματα του στο βιβλίο “Απρίλης”. Το 1964, μάλιστα, γράφει μετά από αίτημα του Ελληνικού Επιτελείου Στρατού το χρονικό του πολέμου, υπό τον τίτλο “Ελληνική Εποποιία 1940-1941”. 

Ο Γιώργος Θεοτοκάς παρουσιάζεται το 1940 ως εθελοντής στο Γουδί αλλά αποπέμπεται, πιθανώς λόγω της υψηλής θέσης και των διασυνδέσεων της οικογένειας του. Παρόλα αυτά κάποιους μήνες αργότερα κατατάσσεται, αποστρατεύεται τον Ιανουάριο του 1941 και στρατεύεται εκ νέου τον επόμενο μήνα, αλλά δεν καταφέρνει να πολεμήσει, όσο κι αν προσπάθησε. Στα βιβλία του αποτυπώνει έντονα τις μνήμες και την ατμόσφαιρα του πολέμου. Ιδιαίτερα στο έργο του “Ασθενείς και Οδοιπόροι που κυκλοφορεί το 1950 παρουσιάζει την γενναία αντίσταση των Ελλήνων κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Αγώνα, αλλά και αργότερα στην γερμανική κατοχή. 

Στο μέτωπο βρέθηκαν για μικρά ή μεγαλύτερα διαστήματα πολλοί ακόμη άνθρωποι του πνεύματος και των τεχνών, όπως ο Τσαρούχης, ο Κατράκης, ο Κωνσταντάρας, ο Παπαγιαννόπουλος, ο Καββαδίας και πολλοί ακόμα. Επώνυμοι και ανώνυμοι Έλληνες και Ελληνίδες πολέμησαν, με θάρρος για την ελευθερία και στιγματίστηκαν για μια ζωή από τα βιώματα της αγριότητας του πολέμου. Οι ιστορίες αυτές που διηγήθηκαν αργότερα, αφήνουν μια τεράστια παρακαταθήκη στην Ελληνική λογοτεχνία και αλλάζουν για πάντα την πορεία της. 

Βρείτε τα έργα εδώ.