ΓΚΡΑΓΚΑΝΤΑ
Μεγάλα νυχτέρια με πολλά τσιγάρα, νηστικές κουβέντες, καπνός, λόγια
τ' αστέρι έκανε λάθος στην μπαλκονόπορτα, γύρισε, φεύγει
η γριά κρυφακούει πίσω απ' τις πόρτες των νοικάρηδων,
κάνει πως σφουγγαρίζει ακόμη τη σανιδένια σκάλα
ο γιος της είναι όμορφος - τόνα του πόδι στο παπούτσι, τ' άλλο
στο γύψο.
ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΩΤΙΣΣΕΣ
Τις γνώρισες τις σεβαστές γερόντισσες Άννα, Ευρυδίκη, Ελένη,
Μάρθα, Ελευθερία,
γνώρισες και τις μοσκοθυγατέρες τους Βενέτα, Ξένια, Ελπίδα,
Μάρω, Λεμονίτσα,
αυτές που πλέκαν με το βελονάκι πετσετάκια, κουρτινάκια αυτές
που κένταγαν με ανεβατό φαρδιά σεντόνια,
αυτές που χτενιζόνταν με φεγγάρι στο παράθυρο και τα μαλλιά
τους βρέχονταν στ' ακροθαλάσσι.
ΤΟ ΧΟΡΙΚΟ ΤΩΝ ΣΦΟΥΓΓΑΡΑΔΩΝ
Υστερ' απ' το εσπερινό μνημόσυνο, στην Αγία Πελαγία, για τα εννιάμηνα του εικοσάχρονου παλικαριού, τον σφουγγαρά που πνίγηκε,
συνάχτηκαν στο σπίτι το συγγενολόι του για το απονύχτερο της παρηγοριάς.
Οι γυναίκες έμειναν στην μπροστινή κάμαρα - μάνα, αδερφές, συγγένισσες, κι η αρραβωνιαστικιά του - να κουβεντιάζουν, να ιστοράνε τις χάρες του νεκρού, να κλαίνε, να μοιριολογάνε και πότε πότε να σκούζουν.