Κορνήλιος Καστοριάδης: Η σύγχρονη κοινωνία είναι θεμελιωδώς άφρων.

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης γεννιέται το 1922 στην Κωνσταντινούπολη, αλλά περνά τα παιδικά του χρόνια στην Αθήνα. Αποτελεί με βεβαιότητα μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της διανόησης του 20ου αιώνα. Ήταν φιλόσοφος, κοινωνιολόγος, οικονομολόγος και ψυχαναλυτής. Εντάχθηκε στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κόμμα και από το 1946, μαζί με τον Claude Lefort, ίδρυσε το μυθικό περιοδικό Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα.

Από τη ψυχανάλυση στην αυτονομία και στην άμεση δημοκρατία

Το 1945, ο Καστοριάδης εγκαταστάθηκε στο Παρίσι με υποτροφία από τη Γαλλική Κυβέρνηση, μαζί με τους Κώστα Αξελό, Κώστα Παπαϊωάννου, Ιάνη Ξενάκη και άλλους. Από τότε, η γαλλική πρωτεύουσα έγινε το κέντρο της ζωής και της δραστηριότητάς του, ενώ επιστρέφει στην Ελλάδα σταδιακά και μόνο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, μετά τη μεταπολίτευση. Στο Παρίσι γνωρίζει το έργο του Φρόυντ, το οποίο τον παθιάζει και γρήγορα εισέρχεται στους ψυχαναλυτικούς κύκλους της πόλης. Μέσω της ψυχανάλυσης ξεκινά μια μακρά έρευνα, η οποία τολμά να αμφισβητήσει το θεωρητικό πλαίσιο του Μαρξ. 

Αυτή η διπλή διαδικασία τον οδηγεί στην μελέτη της αξίας της φαντασίας για το άτομο προσωπικά, αλλά και της κοινωνικής και ιστορικής φαντασίας, η οποία αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο των θεσμών που είναι απαραίτητοι για τις ανθρώπινες κοινωνίες. Η έννοια του Φαντασιακού κατέλαβε κεντρική θέση στη θεωρία του, ως βασικό στοιχείο της ανθρώπινης δημιουργίας που επιτρέπει στο άτομο να αντιληφθεί τον εαυτό του ως αυτόνομο υποκείμενο και δημιουργό της Ιστορίας του.

Στην αντίληψη του, η ψυχανάλυση συμβάλλει στην αυτονομία της σκέψης και, συνεπώς, στην αυτονομία στην πολιτική. Σύμφωνα με τον Καστοριάδη, η βαθιά κατανόηση της ψυχανάλυσης επιτρέπει στο άτομο να επιχειρήσει την οργάνωση μιας πιο ελεύθερης, πιο αυτόνομης προσωπικής ζωής, δηλαδή να έχει μια ζωή αυτόνομη (autos nomos). Έτσι, η ατομική και συλλογική αυτονομία, η αυτοδιαχείριση, πανταχού παρούσες στη στρατηγική του Κορνήλιου Καστοριάδη, πρέπει να προάγουν την αναζωογόνηση της τοπικής δημοκρατίας.

Στο Παρίσι ο Καστοριάδης γίνεται μέλος της τροτσκιστικής Τετάρτης Διεθνούς. 

Το 1946 γνώρισε τον διανοούμενο Claude Lefort, με τον οποίο ίδρυσαν δύο χρόνια αργότερα την ομάδα Socialisme ou Barbarie ("Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα") και επιμελούνταν το ομώνυμο περιοδικό μέχρι το 1965. Μέσω αυτού του περιοδικού, τα επόμενα χρόνια, άνθρωποι όπως ο Jean-François Lyotard και ο Guy Debord βρήκαν φωνή. Χαρακτηριστική για το περιοδικό ήταν η ανάλυση του για το πολιτικό σύστημα της Σοβιετικής Ένωσης, το οποίο αποκαλούσε "γραφειοκρατικό καπιταλισμό". Σχετικά με τις "φιλελεύθερες δημοκρατίες" της Δύσης, πίστευε ότι το κριτήριο της ταξικής διαφοροποίησης δεν ήταν πλέον η κατοχή και ο έλεγχος των μέσων παραγωγής, αλλά η κατοχή και η ικανότητα άσκησης εξουσίας.

Σταδιακά απομακρύνεται από την Τέταρτη Διεθνή, εγκαταλείποντας το κίνημα οριστικά μετά το 1948. Την ίδια χρονιά, άρχισε να εργάζεται στην υπηρεσία Στατιστικής Εθνικών Λογαριασμών και Μελετών Ανάπτυξης του ΟΟΣΑ, θέση που διατήρησε έως το 1970.

Παρά την αναγνώριση των θέσεών του στους επαναστατικούς κύκλους πολλών χωρών εκείνης της εποχής, ο ίδιος έπρεπε να υπογράφει τα κείμενά του με διάφορα ψευδώνυμα (Pierre Chaulieu, Paul Cardan, Marc Noiraud κ.λπ.), επειδή δεν είχε γαλλική υπηκοότητα και βρισκόταν συνεχώς υπό τον φόβο της απέλασής του στην Ελλάδα. 

Το 1970, ο Κορνήλιος Καστοριάδης απέκτησε τη γαλλική υπηκοότητα και από αυτήν την περίοδο και μετά επικεντρώθηκε στη ψυχανάλυση.

Από το 1974, ασχολήθηκε επαγγελματικά με την ψυχανάλυση. Αυτή η αλλαγή προσανατολισμού χαρακτήρισε τη συνολική του σκέψη, οδηγώντας τον σε μια νέα φιλοσοφική κατανόηση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής του ανθρώπου, όπως αποτυπώθηκε στο ιδιαίτερα σημαντικό έργο του "Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας".  Εξέφρασε την άποψη ότι η κοινωνική διαφοροποίηση αποτελεί μια διαδικασία συνεχούς δημιουργίας σημασιών, νοημάτων και εικόνων, που διαμορφώνουν την αντίληψη του κόσμου και της κοινωνίας κάθε εποχής. Απέρριπτε την ιδέα μιας προκαθορισμένης πορείας της κοινωνίας, καθώς αυτή η διαδικασία είναι μια συνεχής δημιουργία που αποκτά νόημα μέσω του "Κοινωνικού Φαντασιακού". 

Το 1979, ο Καστοριάδης εξελέγη διευθυντής της École des Hautes Études en Sciences Sociales, όπου διοργάνωσε σεμινάριο με θέμα την "Θέσμιση της κοινωνίας και ιστορική δημιουργία". Παρέμεινε στενά συνδεδεμένος με την Ελλάδα και διήγαγε πολλές διαλέξεις σε ελληνικά πανεπιστήμια τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Το 1989, τιμήθηκε με τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και το 1993 στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. 

Απεβίωσε στις 26 Δεκεμβρίου του 1997 αφήνοντας πίσω του ένα πολύ μακρύ και σημαντικό έργο που άλλαξε σημαντικά το χώρο της ψυχανάλυσης.

Αν θες να μάθεις περισσότερα για εκείνον, βρες τα έργα του εδώ.