T.S. Eliot - Γιώργος Σεφέρης: Παράλληλοι δρόμοι με διαφορετική αφετηρία

Στις 26 Σεπτεμβρίου του 1888 γεννιέται ο αμερικανός T.S. Eliot, ένας από τους κορυφαίους ποιητές του 20ου αιώνα και βασικός εισηγητής του μοντερνισμού στην ποίηση. Παιδί μιας συντηρητικής αριστοκρατικής οικογένειας στο Μιζούρι. Ο ίδιος σπούδασε τέσσερις γλώσσες, ελληνικά, λατινικά, γερμανικά και γαλλικά. Ταυτόχρονα ασχολήθηκε με την ιστορία του Μεσαίωνα, τη φιλοσοφία και παρακολούθησε μαθήματα στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, με διαλέξεις κορυφαίων ακαδημαϊκών, όπως του Μπέρναρντ Ράσελ. 

Το 1915 έρχεται στην Ευρώπη και εγκαθίσταται στο Λονδίνο, όπου διδάσκει σε σχολεία λογοτεχνία και ποίηση, ενώ αργότερα διορίζεται στη Lloyd’s Bank, όπου και παραμένει για 8 χρόνια. Παράλληλά συγγράφει αδιάλειπτα. Στο Παρίσι, αλλά και στο Λονδίνο, εντάσσεται σε καλλιτεχνικούς κύκλος και γνωρίζει σημαντικούς ποιητές και διανοούμενους της εποχής, μεταξύ των οποίων και τον Έζρα Πάουντ, με τον οποίο τον συνδέει μετέπειτα μια ισχυρή φιλία. 

Το έργο του Έλιοτ επηρεάζεται και διαμορφώνεται βαθιά μέσα στη μήτρα του μοντερνισμού. Η συμμετοχή του στην εξέλιξη της ποίησης θεωρείται τεράστια. Ο βασικός θεματικός άξονας γύρω από την καλλιτεχνική δημιουργία του μοντερνισμού είναι το ζήτημα της παρακμής του πολιτισμού, αλλά και η ανάγκη για απελευθέρωση από τις συγγραφικές και καλλιτεχνικές νόρμες: τους συντακτικούς κανόνες, την ομοιοκαταληξία κτλ. Έναυσμα για την μετέπειτα τεράστια επιτυχία των έργων του θα σταθεί το ποίημα “Ερωτικό τραγούδι του Τζ. Προύφροκ” που εκδίδεται το 1915. Το σημαντικότερο του έργο, η “‘Έρημη χώρα” (Wasteland) είναι βαθιά επηρεασμένο από τα πολιτικά τεκταινόμενα της εποχής. Πιθανότατα ολοκληρώνεται το 1921, λίγα χρόνια μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, και πραγματεύεται ακριβώς αυτήν την ασημαντότητα της ύπαρξης, την αγωνία του ανθρώπου και την αδιαφορία της ζωής χωρίς νόημα. Αποτελεί ένα από τα κορυφαία έργα της ιστορίας της ποίησης, χωρισμένο σε πέντε μέρη με 433 στίχους συνολικά. 

Το 1948, λαμβάνει το βραβείο Νόμπελ, το οποίο ο ίδιος είχε χαρακτηρίσει “το εισιτήριο για την κηδεία” ενός ποιητή, διότι μετά από αυτό κανένας δεν δημιούργησε τίποτα περισσότερο. 

Στην Ελλάδα, ο Έλιοτ γίνεται γνωστός μέσα από τις μεταφράσεις του έργου του από τον Γιώργο Σεφέρη. Ο θαυμασμός του έλληνα ποιητή για το έργο του Έλιοτ, αλλά και η τεράστια επιρροή του στον δικό του ποιητικό λόγο είναι έκδηλη. Έχουν γραφτεί πολλές αναλύσεις για τη σχέση των δύο ποιητών, για τους κοινούς τόπους μεταξύ τους. Ο Σεφέρης κερδίζει το Νόμπελ λογοτεχνίας το 1963. Ανάμεσα σε 80 ποιητές, οι έξι που ξεχώρισαν ήταν ο Ωντέν, ο Νερούδα, ο Μπέκετ, ο Σαντιμόζ και ο Νισίμα. Ο Σεφέρης είχε προταθεί άλλες δύο φορές για Νόμπελ, το 1955 και το 1961, πρόταση την οποία υπέβαλε κάθε φορά ο Έλιοτ. Σημαντικό είναι να αναφερθεί, ότι στη δημοσίευση των πρακτικών της απόφασης, φάνηκε πως οι Νερούδα και Μπέκετ είχαν αποκλεισθεί κατά κύριο λόγο, εξαιτίας των πολιτικών τους πεποιθήσεων. 

Ο Έλληνας ποιητής ξεκίνησε την ομιλία του στην απονομή του βραβείου Νόμπελ ως εξής “Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μια αντίφαση. Αλήθεια, η Σουηδική Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθειά μου σε μια γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτήν την υψηλή διάκριση. Θέλησε να τιμήσει τη γλώσσα μου, και να – εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα. Σας παρακαλώ να μου δώσετε τη συγγνώμη που ζητώ πρώτα-πρώτα από τον εαυτό μου.Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στην Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, την θάλασσα, και το φως του ήλιου…” Με τα λόγια αυτά ο Σεφέρης υπονόησε ότι στο πρόσωπο του και στο έργο του βραβεύεται σύσσωμη η ελληνική ποίηση και ο πολιτισμός. 

Η σκέψη και η γραφή του Σεφέρη εμποτίστηκε και αναπτύχθηκε μέσα από την επιρροή που του άσκησε ο Έλιοτ και στους θεματικούς άξονες και στον τρόπο εκφοράς του λόγου. Το ποίημα “Wasteland” έμεινε γνωστό στην Ελλάδα ως “Έρημη Χώρα”, όπως αποδόθηκε ο τίτλος από τον Σεφέρη, ακόμα κι αν θα μπορούσαμε να βρούμε αρκετά σημεία να σχολιάσουμε σε σχέση με τη μετάφραση του. 

Μπορεί οι δύο ποιητές να γνωρίζονταν ελάχιστα και να βρέθηκαν στην πραγματική ζωή σε μεγάλη ηλικία, το έργο τους όμως διάνυσε παράλληλους δρόμους και η καλλιτεχνική τους συνομιλία αποτελεί μια τεράστια πολιτιστική κληρονομιά για τη χώρα μας ειδικά, αλλά και για τον Ευρωπαϊκό πολιτισμό, εν γενεί.